Μια σημαντική ανακάλυψη, που μπορεί να συμβάλει στην έγκαιρη διάγνωση του αυτισμού έγινε από ομάδα επιστημόνων που ανέπτυξαν μια εξέταση αίματος και ούρων, η οποία μπορεί να ανιχνεύσει την διαταραχή στα παιδιά.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας που δημοσιεύτεται στην Επιθεώρηση Molecular Autism, οι ερευνητές εξέτασαν τις χημικές διαφορές στο αίμα και στα ούρα 38 αυτιστικών παιδιών και 31 παιδιών χωρίς τη διαταραχή, όλα ηλικίας μεταξύ 5 και 12 ετών. Στα αυτιστικά παιδιά βρήκαν υψηλότερα επίπεδα πρωτεϊνικής βλάβης - ιδιαίτερα στο πλάσμα του αίματος.
Η διαταραχή του φάσματος του αυτισμού (ASD) συχνά είναι δύσκολο να διαγνωστεί, ιδιαίτερα στα πρώιμα στάδια, επειδή τα συμπτώματα ποικίλλουν σημαντικά ανάλογα με το παιδί. Τα τελευταία 20 χρόνια ο αριθμός των διαγνωσμένων περιπτώσεων αυξήθηκε.
Ο αυτισμός επηρεάζει κυρίως την κοινωνική αλληλεπίδραση και την επικοινωνία ενός ατόμου, με συμπτώματα που μπορεί να περιλαμβάνουν διαταραχές στην ομιλία, επαναλαμβανόμενη και ψυχαναγκαστική συμπεριφορά, υπερκινητικότητα, άγχος και δυσκολία προσαρμογής σε νέα περιβάλλοντα.
Τα γενετικά αίτια θεωρούνται υπεύθυνα περίπου για το ένα τρίτο των περιπτώσεων. Τα υπόλοιπα πιστεύεται ότι προκαλούνται από έναν συνδυασμό περιβαλλοντικών παραγόντων, μεταλλάξεων και σπάνιων γενετικών παραλλαγών.
Η επικεφαλής ερευνήτρια Dr Naila Rabbani δήλωσε σχετικά: "Η ανακάλυψη αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει σε έγκαιρη διάγνωση και παρέμβαση. Με περαιτέρω εξετάσεις μπορούμε να αποκαλύψουμε ειδικά προφίλ πλάσματος και ούρων ή δακτυλικά αποτυπώματα ενώσεων, που έχουν υποστεί επιβλαβείς τροποποιήσεις. Αυτό μπορεί να μας βοηθήσει να βελτιώσουμε τη διάγνωση και να βρούμε νέες αιτίες, που την προκαλούν".
Πάντως κάποιοι επιστήμονες επεσήμαναν ότι, επειδή η μέση ηλικία των παιδιών στη μελέτη ήταν τα επτά χρόνια, το νέο τεστ μπορεί να μην λειτουργεί σε μικρότερα παιδιά.