Το φαινόμενο αυτό αναφέρεται στην ψυχολογική, συναισθηματική, λεκτική ή σωματική επίθεση ή εκφοβισμό ή παρενόχληση ενός συνήθως σωματικά ισχυρότερου μαθητή σε έναν πιο αδύναμο. Οι θύτες είναι κυρίως αγόρια ενώ τα θύματα προέρχονται και από τα δύο φύλα.
Οι συνέπειες του φαινομένου άμεσες αλλά και μακροχρόνιες κυρίως στον ψυχολογικό τομέα. Τα θύματα υποστηρίζουν ότι δεν είναι ικανοποιημένα από τον ευατό τους σε επίπεδο εμφάνισης και χαρακτήρα αλλά και ότι δεν έχουν καλή υγεία. Τα κορίτσια-θύματα γίνονται εσωστρεφή και κλείνονται περισσότερο στον ευατό τους ενώ τα αγόρια-θύματα γίνονται νευρικά και οξύθυμα. Γενικά τα θύματα χάνουν το κίνητρό τους για μάθηση, την συγκέντρωσή τους με συνέπεια οι σχολικές τους επιδόσεις να μειώνονται συνεχώς. Πολλά παιδιά που πέφτουν θύματα σχολικού εκφοβισμού αρνούνται να πάνε σχολείο ενώ κάποια άλλα αναπτύσσουν ένα είδος κοινωνικής φοβίας. Τα περισσότερα παιδιά πιστεύουν ότι ο εκφοβισμός δε θα σταματήσει και θεωρούν μάλιστα ότι αν αναφέρουν στους εκπαιδευτικούς ότι έχουν πέσει θύματα ή ότι έχουν γίνει μάρτυρες ενός τέτοιου περιστατικού θα κάνουν τα πράγματα χειρότερα. Οι συνέπειες όμως αντικατοπτρίζονται και στη μετέπειτα ζωή των θυμάτων κυρίως στη δουλειά τους και στον κοινωνικό τομέα.
Τα παιδιά που ασκούν εκφοβισμό έχουν περιορισμένες κοινωνικές δεξιότητες και επιζητούν την προσοχή. Σκέφτονται ότι με αυτόν τον τρόπο θα γίνουν δημοφιλείς και ότι όλοι θα μιλούν γι’ αυτούς. Συνήθως προέρχονται από δυσλειτουργικές οικογένειες . Οι γονείς τους έχουν την τάση να τους κριτικάρουν συνεχώς και να τους ελέγχουν. Είναι πολύ πιθανό αυτά τα παιδιά να μιμούνται και τη βίαιη συμπεριφορά των γονιών τους.
Σύμφωνα με έρευνες που έχουν γίνει στις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και σε διάφορες χώρες, η εμφάνιση αυτού του φαινομένου παρουσιάζει κάποιες ομοιότητες ανεξαρτήτως των πολιτιστικών διαφορών ανάμεσα στα κράτη. Αρχικά ο εκφοβισμός λαμβάνει χώρα μέσα στο σχολείο σε μέρη όπου υπάρχει περιορισμένη επιτήρηση. Τα αγόρια-θύτες έχουν την τάση να ασκούν σωματική βία στα θύματα σε αντίθεση με τα κορίτσια που χρησιμοποιούν κυρίως λεκτική βία, κοροϊδευτικά σχόλια και διαδίδουν άσχημες φήμες. Επίσης τα αγόρια συνήθως ενοχλούν αγόρια και κορίτσια ενώ τα κορίτσια στρέφονται κυρίως μόνο κατά άλλων κοριτσιών. Συχνά στα περιστατικά εκφοβισμού εμπλέκονται και παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας.
Τα μέχρι σήμερα στατιστικά στοιχεία είναι αποθαρρυντικά για την έκβαση του φαινομένου. Στην Ελλάδα τουλάχιστον 1 στα 10 παιδιά υφίστανται εκφοβισμό, ποσοστό όμως που αυξάνεται συνεχώς. Σε μία έρευνα που πραγματοποίησε το Πανεπιστήμιο της Θεσσαλίας το 89% των ερωτηθέντων μαθητών απάντησε ότι έχουν υπάρξει μάρτυρες περιστατικών bullying.
Στην Αμερική τα πράγματα είναι χειρότερα. Εκεί περισσότερα από 1 στα 5 παιδιά πέφτουν θύματα εκφοβισμού συστηματικά στο σχολείο. Περίπου 160.000 μαθητές καθημερινώς δεν πηγαίνουν σχολείο εξαιτίας του bullying. Πάνω από το 50% των εκπαιδευτικών αναφέρουν περιστατικά σχολικού εκφοβισμού.
Διαβάζοντας τα παραπάνω καταλαβαίνουμε όλοι ότι παρουσιάζεται επιτακτική η ανάγκη για την αντιμετώπιση του φαινομένου. Για να γίνει αυτό χρειάζεται η άμεση συνεργασία και προσπάθεια εκπαιδευτικών, γονιών, μαθητών και ειδικών.
Το σχολείο οφείλει να εφαρμόσει τεχνικές για την πρόληψη και την αντιμετώπιση περιστατικών bullying. Για παράδειγμα να υπάρχουν περισσότερες επιτηρήσεις σε όλους τους χώρους του σχολείου και όταν υπάρχουν τέτοια περιστατικά να επιβάλλονται κυρώσεις αλλά όχι με την μορφή αυστηρής τιμωρίας.
Οι εκπαιδευτικοί να είναι ικανοί να αναγνωρίζουν αμέσως αυτά τα περιστατικά και να προσπαθήσουν να καλλιεργήσουν όσο μπορούν το αλληλοσεβασμό και την ισότητα στους μαθητές.
Οι γονείς έχουν την υποχρέωση να βοηθήσουν τα παιδιά τους να αναπτύξουν όλες τις κοινωνικές δεξιότητες. Να τους θέτουν σαφή όρια και να τους μαθαίνουν ποιες συμπεριφορές είναι κοινωνικά αποδεκτές και ποιες όχι. Αν αντιληφθούν ότι το παιδί τους έχει πέσει θύμα bullying ή ότι ασκεί κάποιου είδος εκφοβισμό να μην εφησυχάζουν ότι δε θα ξαναγίνει και να ενημερώνουν αμέσως το σχολείο και τον εκπαιδευτικό.
Οι μαθητές πρέπει να επιλέγουν τους φίλους τους και να μην ντρέπονται ή να φοβούνται να αναφέρουν οποιοδήποτε τέτοιο συμβάν στους εκπαιδευτικούς.
Τέλος όλοι οι ειδικοί έχουν χρέος μέσα από την ενημέρωση, τη συμβουλευτική και την υποστήριξη να κάνουν ότι μπορούν για την πρόληψη και την αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου.
Μαρία Τσιμάκου
ΨΥΧΟΛΟΓΟΣ-ΕΙΔΙΚΕΥΜΕΝΗ ΣΤΗ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ