Μια εργαζόμενη μαμά λέει εκατομμύρια φράσεις κάθε μέρα. Για την ακρίβεια, μιλάει συνέχεια. Μιλάει στα παιδιά της, στους συναδέρφους της, στους πελάτες... Μερικές φορές όμως απλώς επαναλαμβάνει ξανά και ξανά τα ίδια πράγματα, όπως:
«Η μανούλα θα αργήσει να πάει στο γραφείο εάν δεν φορέσεις τώρα τα παπούτσια σου».
Γιατί η υπέρτατη «μάχη» κάθε μέρας είναι αυτή που δίνουμε για να βγούμε το πρωί από την πόρτα του σπιτιού μας.
«Είδε κανείς τα κλειδιά μου;»
Εναλλακτικά, μπορεί να αναζητάμε γύρω γύρω το κινητό, το πορτοφόλι ή τα γυαλιά μας.
«Συγνώμη, το ξέχασα»
Πόσα προγράμματα να θυμάται κανείς; Της δουλειάς; Των παιδιών; Του σχολείου;
«Θα παραγγείλουμε κάτι απέξω».
«Θα είμαι εκεί σε πέντε λεπτά»
Το πολύ πολύ σε 10... Ή σε 15... (τελικά φτάνουμε σε μισή ώρα).
«Κάτσε να δω στην τσάντα μου»
Τι είναι αυτό που θέλει κάποιος; Ένα τραυμαπλάστ; Ένα σνακ; Ένα μικρό παζλ; Σίγουρα υπάρχει κάτι σ' αυτή την τσάντα!
«Θέλει να πάει κανείς στην τουαλέτα πριν φύγουμε;»
Το λέμε τόσο συχνά στα παιδιά μας που μερικές φορές μας ξεφεύγει και ρωτάμε και τους συναδέλφους!
«Δυστυχώς, δεν θα μπορέσω»
Δεν είναι ότι δεν έχουμε καμία όρεξη να φτιάξουμε καμιά εκατοστή κεκάκια για το μπαζάρ του σχολείου, αλλά... καταλαβαίνετε... δεν θα μπορέσουμε!
«Σήμερα, θα πάμε για ύπνο νωρίς»
Το λέμε (και το εννοούμε) από το πρωί.
«Χρειάζομαι διακοπές»
Ή έστω να μείνουμε στο μπάνιο για δέκα λεπτά ανενόχλητες, μπας και προλάβουμε να ξυρίσουμε τα πόδια μας.
«Παναγία μου, με παίρνουν τηλέφωνο από τον παιδικό σταθμό!»
Κοιτάζοντας το τηλέφωνο με απόλυτο τρόμο!
«Είμαι τόσο κουρασμένη»!