Πολλάαααα χρόνια μετά, έγκυος μεν, με τις ίδιες πεποιθήσεις δε, ήμουν ξεκάθαρη: «Ο,τι θέλει ας είναι, αρκεί να είναι κορίτσι». Το δικό μου κορίτσι όμως δε θα ήταν πριγκίπισσα, ούτε νεράιδα, δε θα την έσωζε ο ιππότης από το κάστρο που θα την είχε αιχμαλωτίσει ο δράκος, γιατί θα είχε πείσει με τα ακλόνητα επιχειρήματά της τον Δράκο να την αφήσει να φύγει. Και να της ζητήσει και συγγνώμη. Θα την έπαιρνα μαζί μου στα δημοσιογραφικά να βλέπει βόλει –και να διώχνει τις μπάλες για να μην πέφτουν στο pc. Περνούσα από διαδρόμους με κοριτσίστικα, τιάρες, φτερά και νεραϊδόσκονες και σκεφτόμουν μέχρι ποια ηλικία θα απέφευγα το ροζ, τα βαμμένα νύχια, το λιπ γκλος. «Εμείς, παιδί μου, στην οικογένειά μας, δε φοράμε τέτοια».
Το αγόρι το ήξερα, το είχα ζήσει ήδη μία τετραετία με τον ανιψιό μου. Αυτοκίνητα, Μπομπ Μάστορα, μπουλντόζες, χώματα, γκορμίτι, σουπερήρωες. Θεωρούσα ότι η φαμίλια έκανε το χρέος της βγάζοντας στον κόσμο ένα τέλειο αγοράκι, τι διαφορετικό θα (μου) πρόσφερε ένα ακόμα; Τα είχα ζήσει όλα με τον Νικόλα, άσε που ο κόσμος είχε πήξει από αντρίλα, όλες αγόρια γεννούσαν, φτάνει πια.
Στο ραντεβού για την αυχενική διαφάνεια, το μόνο που σκεφτόμουν ήταν «ρινικό οστό». Μου είχε περάσει φευγαλέα από το μυαλό η εκδοχή της αποκάλυψης του φύλου, αλλά αυτό σήμαινε ότι κάτι θα φαινόταν στον υπέρηχο –αυτό που προεξέχει και δεν αφήνει αμφιβολίες. Όπως το σκέφτηκα, έτσι επέλεξα να το ξεχάσω. Στα μισά της εξέτασης, ο γιατρός πέταξε ένα αστείο, μεταξύ άλλων υποτιθέμενων αστείων, σημασία δεν έδωσα, όλα ήταν καλά, να ντυθούμε να φύγουμε. Και τότε η γυναικολόγος μας είπε, για την ακρίβεια μας επανέλαβε αυτό που επιλέξαμε να αγνοήσουμε: ότι το μωρό είναι αγόρι. Επεσα στον ώμο του άντρα μου κι εκείνος στον δικό μου. «Όχι, είναι αγόρι»…
Ανέβηκα την ανηφόρα από το μαιευτήριο προς στο αυτοκίνητο με βαριά πόδια. Το ίδιο βράδυ, ο άντρας μου, που μέχρι τότε έδειχνε να συμπάσχει, μου ανακοίνωσε περιχαρής την προδοσία του: «Τελικά αποφάσισα ότι εγώ δεν είμαι για κορίτσι. Αγόρι ήθελα από την αρχή! Εσύ»; Τον κοίταξα υποτιμητικά: «Δεν έχει περάσει ούτε 24ωρο. Σεβάσου την κατάστασή μου. Θέλω χρόνο να το χωνέψω».
Και λίγα δευτερόλεπτα αργότερα, έτσι απλά, φυσικά, άρχισα να αναφέρομαι σε «αυτόν» και όχι σε «αυτό». Χάρηκα που είχαμε έτοιμα ρούχα από τον Νικόλα, που θα είχε έναν μεγάλο ξάδερφο να του μαθαίνει τα κόλπα και δε θα πρέπει να εξηγώ –νωρίτερα από όσο θα περίμενα- ότι δεν μπορεί να βάλει τόσο κοντή φούστα στο σχολείο. Και μετά γεννήθηκε το αγόρι μου. Κι όμως, το πιο υπέροχο πλάσμα όλων των εποχών ήταν αγόρι. Ένα υγιές, ζαρωμένο, αγαπησιάρικο αγόρι. Αν ήταν κορίτσι, θα ήταν το ίδιο υπέροχο; Ναι, γιατί θα ήταν το δικό μου κορίτσι.
ΥΓ. Σχεδόν δύο χρόνια μετά, δε θα μπορούσα ποτέ να φανταστώ πως στο σαλόνι μου θα χωρούσαν τόσα μικροσκοπικά οχήματα. Το αγόρι μου είναι μοναδικό –αλλά είναι αγόρι!
Ρούλα Κεφάκη