Όπως εξηγεί στα ΝΕΑ η ερευνήτρια του ΕΚΚΕ και διδάκτωρ Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήµιο Αθηνών Λάουρα Μαράτου – Αλιπράντη, η εξισορρόπηση επαγγελµατικής και οικογενειακής ζωής εξακολουθεί να αποτελεί πρόβληµα.
«Η Ελληνίδα µάνα ανταποκρίνεται, όπως και στο παρελθόν, σε όλες τις ανάγκες. Ανταποκρίνεται µε αυτοθυσία στα µητρικά της καθήκοντα στο πλαίσιο των αναγκών και των συνθηκών της νέας πραγµατικότητας και αποτελεί το συνδετικό κρίκο της ελληνικής οικογένειας», λέει και προσθέτει πως η παιδοκεντρικότητα και η υπερπροστασία εξακολουθούν να αποτελούν χαρακτηριστικά και της σύγχρονης Ελληνίδας µητέρας.
«Οι Ελληνίδες γίνονται πλέον µητέρες σε µεγαλύτερη ηλικία συγκριτικά µε παλαιότερα. Σήµερα η µέση ηλικία µητρότητας είναι γύρω στα 30 έτη, ενώ στο παρελθόν ήταν τα 24», αναφέρει η κ. Αλιπράντη και συµπληρώνει πως η µεγάλη ηλικιακή αλλαγή στη µητρότητα συντελέστηκε το 2000, ενώ η µέση ηλικία γάµου αυξάνεται κατά την τελευταία δεκαετία.
Σε αυτό το συµπέρασµα κατέληξε και πρόσφατη έρευνα του ΕΚΚΕ, σύµφωνα µε την οποία η αναβολή των αποφάσεων για την απόκτηση παιδιών αποτυπώνεται στην αύξηση τη µέσης ηλικίας τεκνοποίησης των γυναικών. Στην περίπτωση της Ελλάδας, µάλιστα, η µέση ηλικία απόκτησης πρώτου παιδιού από 24,1 έτη που ήταν το 1980 αυξήθηκε σε 26,6 έτη το 1995, ενώ το 1999 ανήλθε σε 27,3 χρόνια. Το 2005 οι περισσότερες Ελληνίδες τεκνοποίησαν στα 30-34 τους χρόνια.
Αυξητική πορεία στη χώρα σηµειώνει και η µέση ηλικία πρώτου γάµου. Συγκεκριµένα,η µέση ηλικία στις γυναίκες το 1990 διαµορφώθηκε στα 24,7 έτη, ενώ το 2000 ανήλθε στα 26,6 χρόνια. Η αντίστοιχη ηλικία των ανδρών από 24,7 χρόνια το 1990 ανήλθε σε 25,7 το 1995.
Σύµφωνα µε την έρευνα, η καθυστέρηση αυτή στον γάµο συνδέεται καθοριστικά µε τη µείωση των γεννήσεων, αφού µέχρι πρόσφατα η απόκτηση παιδιών και ο γάµος εκλαµβάνονταν ως δύο υψηλά συσχετιζόµενα γεγονότα.
Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, γίνεται εµφανής η τάση διαχωρισµού τους, καθώς για πολλά ζευγάρια ο γάµος δεν αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την απόκτηση παιδιών».